Απώλεια: “Διεργασία αποχωρισμού και αποδοχή”

Κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε μια απώλεια, είτε πρόκειται για τον θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου είτε για το τέλος μιας σχέσης ή μιας εποχής στη ζωή μας, βιώνουμε ένα είδος θανάτου. Κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει αυτό τον πόνο με τον δικό του μοναδικό τρόπο.

Οι απώλειες δεν περιορίζονται μόνο στο θάνατο προσώπων. Μπορεί να είναι η αλλαγή στην εργασία, η αποχώρηση από ένα περιβάλλον, η απώλεια ενός κατοικιδίου, ακόμα και η αποτυχία σε ένα στόχο. Κάθε φορά που αυτά συμβαίνουν, αισθανόμαστε ένα κενό στη ζωή μας.

Η αποδοχή της απώλειας είναι μια αναγκαιότητα για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε. Πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον πόνο και το κενό που αφήνει η απώλεια, γνωρίζοντας ότι η ζωή δεν θα είναι ποτέ ίδια χωρίς αυτό που χάσαμε. Αν και δεν μπορούμε να ανακτήσουμε αυτά που χάσαμε, μπορούμε να μάθουμε να ζούμε με αυτό το κενό και να εξελιχθούμε από αυτό.

Μετά την απώλεια, εκφράζουμε συνήθως βασικά συναισθήματα που αποτελούν κοινά και φυσιολογικά μέρος της διαδικασίας του πένθους.

Η θλίψη είναι το πιο συχνό συναίσθημα που νιώθουμε μετά από μια απώλεια. Αυτή η αίσθηση μπορεί να μην εκδηλώνεται πάντα με κλάματα, καθώς κάποιοι άνθρωποι μπορεί να την κρατήσουν μέσα τους, επικεντρώνοντας την προσοχή τους σε άλλες δραστηριότητες. Αυτό το “μούδιασμα” θεωρείται μια μορφή άμυνας του σώματος για να διαχειριστεί τα έντονα συναισθήματα που προκαλεί η απώλεια.

Επίσης, ο θυμός είναι ένα άλλο συναίσθημα που μπορούμε να νιώσουμε. Αυτό το συναίσθημα μπορεί να φαίνεται αντιφατικό, καθώς δεν συμβαδίζει πάντα με τη λογική μας. Για παράδειγμα, μπορεί να νιώθουμε θυμό για την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, παρόλο που ξέρουμε ότι δεν ήταν στην εξουσία του να την αποτρέψει. Αυτός ο θυμός μπορεί να δυσκολέψει τη διαδικασία του πένθους, εάν δεν αναγνωριστεί και δεν αντιμετωπιστεί επαρκώς.

Τέλος, μαζί με τον θυμό, συχνά αισθανόμαστε ενοχές μετά από μια απώλεια. Αυτές οι ενοχές μπορεί να προκαλέσουν διάφορα ψυχοσωματικά συμπτώματα και απομόνωση, ειδικά όταν δεν αναγνωρίζονται στο συνειδητό μας.

Οι ενοχές μπορεί να προκύψουν από το γεγονός ότι νιώθουμε ότι δεν κάναμε αρκετά για να αποτρέψουμε την απώλεια ή ότι δεν ανταποκριθήκαμε επαρκώς στο ρόλο μας στη ζωή του αγαπημένου προσώπου. Αυτές οι ενοχές μπορεί να επηρεάσουν τόσο τον άνθρωπο που προσπαθεί να αντιμετωπίσει την απώλεια όσο και αυτόν που έχει ανακάμψει σχετικά γρήγορα.

Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε αυτές τις ενοχές και να αναρωτηθούμε για την πηγή τους. Μπορούμε να σκεφτούμε τι άλλαξε θα μπορούσαμε να κάνουμε αν η κατάσταση ήταν διαφορετική. Επίσης, μπορούμε να εξετάσουμε πώς αυτή η εμπειρία μας διδάσκει και πώς μπορούμε να εξελιχθούμε από αυτήν. Αυτή η αντίληψη μπορεί να μας βοηθήσει να αντιμετωπίσουμε τον πόνο της απώλειας και να εξελιχθούμε σαν άτομα.

Κλείστε Ραντεβού για